- εκλογιμότητα
- ηη ιδιότητα τού εκλόγιμου, το δικαίωμα κάποιου να εκλεγεί σε αξίωμα.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
εκλογιμότητα — η η εκλεξιμότητα (βλ. λ.) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
χαρτισμός — Πολιτικοκοινωνικό κίνημα, που εμφανίστηκε το 1838 στη Μεγάλη Βρετανία ως έκφραση της λαϊκής δυσφορίας για τη μεταρρύθμιση του 1832 και του οποίου η ονομασία προέρχεται από τον Χάρτη του λαού που είχαν συντάξει ο Φράνσις Πλέις και ο Ουίλιαμ Λόβετ… … Dictionary of Greek
εκλογές — Με τον όρο αυτό ονομάζεται στο νεότερο συνταγματικό δίκαιο η διαδικασία επιλογής των αντιπροσωπευτικών οργάνων του κράτους και των οργάνων της τοπικής αυτοδιοίκησης, η οποία στηρίζεται στην ψήφο των πολιτών. Η διάδοση του θεσμού των ε.… … Dictionary of Greek
εκλεξιμότητα — η το να είναι κανείς εκλέξιμος (βλ. λ.), η εκλογιμότητα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)